Τενοντοπάθεια του επιγονατιδικού τένοντα είναι η εκφύλιση του τένοντα από την επιγονατίδα που προκαλεί πόνο συνήθως κατά την αθλητική δραστηριότητα. Συμβαίνει σε αθλητές σε ποσοστό άνω του 20% που ασχολούνται με μπάσκετ, βόλεϊ, μήκος, ύψος, στα οποία απαιτούνται άλματα, απότομες αλλαγές κατεύθυνσης και στροφές αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε μη αθλητές. Κατατάσσεται στα σύνδρομα υπέρχρησης.
Η κατανόηση της παθολογίας δείχνει πως υπάρχουν εκφυλιστικές αλλαγές στην δομή του τένοντα παρά φλεγμονώδεις αντιδράσεις. Αυτό οφείλεται στις επαναλαμβανόμενες διατατικές δυνάμεις που ασκούνται κατά τη διάρκεια των αλμάτων ή παρατεταμένων θέσεων προς μεμονωμένες κατευθύνσεις που οδηγούν σε συνεχείς μικρορήξεις με αποτέλεσμα την εκφύλιση και τη μερική ή πλήρη ρήξη του τένοντα.
Προδιαθεσικοί παράγοντες είναι ο κακός προσανατολισμός της επιγονατίδας, η ανισοσκελία, το βάρος, το βαισό η ραιβό γόνατο, η κακή αλτική τεχνική και η λήψη μοσχεύματος από τον τένοντα σε χειρουργίο πρόσθιου χιαστού. Οι ασθενείς αναφέρουν πόνο στην πρόσθια επιφάνεια του γόνατος, συνήθως υποεπιγονατιδικά. Η έναρξη των συμπτωμάτων είναι ύπουλη και σπάνια υπάρχει ιστορικό τραυματισμού.
Η διάγνωση γίνεται κυρίως με την κλινική εξέταση και μπορεί να οδηγήσει σε αποτελεσματική αντιμετώπιση. Συχνά προκύπτει η ανάγκη να διαφοροδιαγνωσθεί η πραγματική αιτία των συμπτωμάτων από μια αιτία της σπονδυλικής στήλης ή της άρθρωσης του ισχίου καθώς συχνά προκαλούνται συμπτώματα από αυτές τις περιοχές.
Η συντηρητική θεραπεία περιλαμβάνει μείωση της άσκησης, κρυοθεραπεία, κρουστικό υπέρηχο, ελαστική περίδεση (kinesio taping), διόρθωση τυχόν παραμορφώσεων των άκρων ποδών (υπερπρηνισμός), διατάσεις, ασκήσεις ιδιοδεκτικότητας και έκκεντρες ασκήσεις. Η εκπαίδευση για αυτοθεραπεία θα κάνει τον ασθενή ικανό να διαχειριστεί το πρόβλημά του. Η αποφυγή επιβαρυντικών παραγόντων είναι ουσιαστικό κομμάτι της αποκατάστασης και προτείνεται πάντα για την αποφυγή μιας μελλοντικής υποτροπής.